23 Νοε 2017

Σε κλειστά βιβλία

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Η ποιητική συλλογή ΣΕ ΚΛΕΙΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ του Ντέμη Κωνσταντινίδη, που κυκλοφορεί από τα 24 γράμματα, περιλαμβάνει τόσο πρώιμα ―σχεδόν εφηβικά― όσο και κατοπινά ποιήματα, κάποια μάλιστα πολύ πρόσφατα, που συγκεντρώθηκαν τα προηγούμενα χρόνια από διάσπαρτα χειρόγραφα και δημοσιεύσεις. Με αυτήν την έννοια, αποτυπώνει μία πορεία αγωνιώδη και κοπιαστική, όχι όμως χωρίς τις απολαβές της συμφιλίωσης με την εσωτερική φωνή. Όσο κανείς προσέχει (κι όσο αντέχει), θ’ ανακαλύπτει στις σελίδες της, συν τω χρόνω, τον ενοποιητικό παράγοντα του τυχαίου. Προτείνεται, λοιπόν, η μη γραμμική ανάγνωσή της.

18 Οκτ 2017

Το παράδειγμα

Ηλίου φαεινότερον πως, στις μέρες μας, τo δίπολο έπαψε να είναι το κλασικό: αριστερός-δεξιός. Μετατοπίστηκε, εν τοις πράγμασι, προς το φασίστας-αντιφασίστας, αλλά & οικολόγος-αντιοικολόγος. Και μάλλον δεν έχει τόση σημασία πώς αυτοπροσδιορίζεται κανείς, ποιες προβιές δηλαδή μεταχειρίζεται, ώστε να πείσει ότι δεν είναι λύκος, όσο το πόσο συνεπής αποδεικνύεται από τις ενέργειές του, τη θητεία του δίπλα ή απέναντι στο κίνημα.

Ο Αρθρογράφος ολοκληρώνει τη σύντομη διαδρομή που ξεκίνησε πριν ένα χρόνο, με αυτήν, την 60η του ανάρτηση: ένα κείμενό μας για τον Μ. Αναγνωστάκη, από το 26ο τεύχος του περιοδικού Βακχικόν. Ωστόσο, δεν θα πάψει να βρίσκεται εκεί όπου όλα συμβαίνουν: στον δρόμο! Θερμότατες ευχαριστίες σε όλους μας τους αναγνώστες. Εις το επανιδείν...

Οι λέξεις δίνουν, εν τέλει, τη θέση τους στην παντοδύναμη σιωπή. Τούτο δεν σημαίνει πως δεν αξίζει η προσπάθεια να ειπωθούν ή, ακόμη, ο κόπος να περισωθούν. Μ' όλο της τον πλούτο, όσο κι αν εκτιμάει κανείς την αξία της, η σιωπή πρέπει κάποτε να σπάει. Κι ας φαντάζει μια πρόσκαιρη νίκη.

Ας θυμηθούμε τα λόγια του Πάνου Θασίτη για την ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη στο επετειακό τεύχος της Νέας Εστίας (Θεσσαλονίκη 1912-1962), με αφορμή τα 50 -τότε- χρόνια από την απελευθέρωση της πόλης:

"Ο Μ. Αναγνωστάκης, με αδρά και υποβλητικά σύμβολα, έδωσε τα τυπικά χαρακτηριστικά μιας κοινωνικής μοναξιάς, που αρνούμενη τη συνδιαλλαγή, εμμένει φανατικά στη φετιχιστική λατρεία των μυστικών σημείων της, ενώ ταυτόχρονα μας δίνεται η πρόγευση ενός ζοφερού μέλλοντος."

Στο άρθρο με τίτλο "Ποιητικά ρεύματα και ποιητές στη νεώτερη Θεσσαλονίκη", ο Θασίτης χαρακτηρίζει αυτήν την ποίηση ως "απεγνωσμένο ντοκουμέντο του καιρού μας".

Τα επίθετα "ζοφερό" και "απεγνωσμένο", νομίζω, αποδίδουν εύστοχα τη διάψευση των προσδοκιών της γενιάς του Αναγνωστάκη και τον αντίκτυπο αυτής σε κατοπινούς καιρούς (από τα πράγματα πια ξέρουμε πως δικαιώθηκε απόλυτα). Ο ολιγόλογος, μα τόσο ουσιαστικός κι ευαίσθητος στον λόγο του ποιητής, βίωσε τους κινδύνους, τις αντιξοότητες, τις αντιφάσεις, μα κυρίως την υποκρισία της εποχής του.

Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του '60. Ο Αναγνωστάκης έχει πλέον κατακτήσει την ποιητική του ωριμότητα. Προηγείται ο εμφύλιος κι η σκοτεινή δεκαετία του '50, κατά την οποία εγκαθιδρύεται μια νέα αστική δημοκρατία -στην πραγματικότητα ένα ξενοκίνητο, διεφθαρμένο και μισαλλόδοξο καθεστώς παλαιοπολιτικών, που επιδίδεται στη διασπάθιση της αμερικανικής βοήθειας, στον εκβιασμό των καταταλαιπωρημένων λαϊκών στρωμάτων, στην φοβική αντικομμουνιστική ρητορεία.

Τώρα που "πέρασαν οι καταδικασμένες* μέρες", ο Αναγνωστάκης μιλά (Συνέχεια 3) για τη ζωή που ξαναρχίζει (sic), αφού σκουπίστηκαν κάτω από το χαλί της αφελούς και επιλήσμονος καθημερινότητας, οι πικρές διαμαρτυρίες όσων βρέθηκαν στις γραμμές του ανεκπλήρωτου αγώνα, όσων καταγράφηκαν στους ηττημένους.

Ο ποιητής γλίτωσε απ' το "λοιμό", τέλειωσε τις σπουδές του, άσκησε ευσυνείδητα το επάγγελμά του, εγκαταστάθηκε στην Πρωτεύουσα, δεν έπαψε να δραστηριοποιείται στον χώρο των ιδεών ως ενεργός πολίτης και συνεπής δημιουργός, χωρίς να εγκαταλείπει ποτέ την ηθική του, χωρίς να προδίδει τις μνήμες του.

Κουβαλώντας τες μέσα σε κοφτερούς και θαρραλέους στίχους (χαράσσοντας αθάνατα τα ονόματα παλιών συντρόφων), που με τόση άνεση και ευθύτητα συνέθετε, ελεύθερους ή ομοιοκατάληκτους, εξακολουθεί να δίνει, σ' όλους εμάς τους νέους στιχοπλόκους, ένα παράδειγμα στάσης ζωής, που δεν παλιώνει και δεν φθείρεται.


*Καταδικάστηκε δις εις θάνατον (1949) για τη δράση του στην ΕΠΟΝ. Αρνήθηκε να δηλώσει μετάνοια, ενώ είχε ήδη διαγραφεί από το ΚΚΕ (1946). Παρέμεινε φυλακισμένος για τρία χρόνια (1948-1951) στο Επταπύργιο (Γεντί Κουλέ) Θεσσαλονίκης. Μετά την αποφυλάκισή του, μετείχε σταθερά στην ανανεωτική προσπάθεια του μεταπολεμικού λογοτεχνικού-καλλιτεχνικού πεδίου.

27 Σεπ 2017

Η ρίζα

Μιας και οι οθόνες μας έχουν γεμίσει με πάσης φύσεως τσιτάτα, και το "γνώθι σαυτόν" έχει πάει προ πολλού περίπατο, ας δούμε τη ρίζα του προβλήματος στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνική παραγωγή, ειδικά δε στην ποίηση:

"Bλέπετε ότι, δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν κάθισα ποτέ να συμμορφώνομαι με τα κέφια του αναγνώστη, που βρίσκεται μπροστά μου, αλλά του αναγνώστη που θα ήθελα να βρίσκεται μπροστά μου, κι αυτό πολλές φορές καταλαβαίνω ότι με απομακρύνει από την κοινή κατανόηση." Ο. Ελύτης, 1942



9 Σεπ 2017

ΔΕΘέλω

Aπό τον δήμαρχο και τον περιφερειάρχη, μέχρι τους παντός είδους προέδρους (επιμελητηρίων κλπ.) και γενικούς γραμματείς (οπωσδήποτε και φαρισαίους), όλοι επιχαίρουν για την 82η ΔΕΘ, τη "μεγαλύτερη της τελευταίας δεκαετίας", όπως υπερηφανεύονται. Άρθρα επί άρθρων για τις "ευκαιρίες υγιούς επιχειρηματικότητας", για τους "νέους δρόμους ανάπτυξης", για την "εποχή της καινοτομίας και των τεχνολογιών" που προελαύνουν... Ολοσέλιδες διαφημιστικές καταχωρήσεις σε τοπικές και μη εφημερίδες, 24ωρη τηλεοπτική προπαγάνδα από τα κρατικά κανάλια, σημαιοστολισμοί, ρεβεράντζες, κλαπατσίμπαλα κ.ά. πολλά, ώστε να πειστούμε πως ο ήλιος ανατέλλει από τη δύση!

Αποτελεί κοινό τόπο πως ο θεσμός των εμπορικών εκθέσεων, στην εποχή του διαδικτύου και της παγκόσμιας επικοινωνίας, είναι απαρχαιωμένος, ένα κατάλοιπο μιας άλλης εποχής. Πέρα από τη νοσταλγική διάθεση για χρόνια περασμένα ανεπίστρεπτα, όταν η Διεθνής Έκθεση αποτελούσε πράγματι μια ευκαιρία για ενημέρωση, διασκέδαση κι έναν δημοφιλή τουριστικό προορισμό, είναι επιτακτικό να δούμε πλέον ψύχραιμα τη σύγχρονη κατάσταση, χωρίς άτοπους συναισθηματισμούς.

Όσοι υποστηρίζουν πως η Διεθνής Έκθεση, στη σημερινή θλιβερή της μορφή, βοηθά τα μικρομάγαζα του ιστορικού κέντρου να ανεβάσουν τον τζίρο τους ή πως προωθεί τον τουρισμό και προσφέρει, έστω, κάποια μορφή ψυχαγωγίας, είναι ή βαθιά νυχτωμένοι ή το πιθανότερο εκφράζονται εκ του πονηρού: κλειστοί αστυνομοκρατούμενοι δρόμοι όπου στρέψει κανείς το βλέμμα, τεράστια ακαλαίσθητα περίπτερα, πολλά εξ αυτών κυβερνητικά ή κρατικών και "μη κερδοσκοπικών" οργανισμών, τα οποία δεσμεύουν τον πιο ζωτικό χώρο της πόλης (πόσο σπουδαίο μητροπολιτικό πάρκο, αλήθεια, αντίστοιχο του παραλιακού μετώπου, θα μπορούσε να δημιουργηθεί, ώστε ο χώρος να αποδοθεί, επιτέλους, στους Θεσσαλονικείς), κυκλοφοριακό έμφραγμα κάθε χρόνο και χειρότερο, και όλα αυτά στην πρωτεύουσα της ανεργίας, στη "μεγάλη φτωχομάνα".

Τα κινέζικα φαναράκια (τιμώμενη χώρα φέτος η Κίνα) δεν μπορούν να στολίσουν τη θλίψη και τα αδιέξοδα των κατοίκων, ούτε φυσικά τη διαρκή υποβάθμιση της πόλης σε όλα τα επίπεδα. Αποτελεί δε μέγιστη ντροπή κυβερνητικά στελέχη να επιχαίρουν "για την πρόοδο των έργων του μετρό", ενός έργου που έπρεπε να έχει ήδη τελειώσει, και μάλιστα να στήνουν ένα ταλαίπωρο βαγόνι ως εξέχον έκθεμα!...



4 Σεπ 2017

Μεγάλη φτωχομάνα

O Αρθρογράφος υποδέχεται τον Σεπτέμβριο, τη νέα σχολική χρονιά, αλλά και την 82η ΔΕΘ, όπου πλήθος κούφιες υποσχέσεις και λόγοι κενοί περιεχομένου θα ακουστούν και πάλι, με ένα απόσπασμα από τον (πράγματι ουσιαστικό) λόγο του Νικηφόρου Χούμνου ("Θεσσαλονικεύσι Συμβουλευτικός"), που γράφτηκε στην Κωνσταντινούπολη γύρω στο 1310, και δίνει μια αντιπροσωπευτική εικόνα της συμβασιλεύουσας και των κατοίκων της στις αρχές του 14ου αιώνα. Είναι, νομίζουμε, συγκινητικό το πόσο έμελλε η πόλη αυτή να παγιωθεί στις συνειδήσεις των Ελλήνων ως η "μεγάλη φτωχομάνα". Φέτος, ας ελπίσουμε να μην επαναληφθούν άκρως ντροπιαστικά και δυσφημιστικά για την πόλη και την οικουμενική της παράδοση φαινόμενα, όπως εκείνα του Ωραιοκάστρου.

Κι όσοι έτυχε να δυστυχήσουν στη ζωή τους και έχασαν τα πάντα και περιέπεσαν σε συμφορές, όλοι αυτοί καταφεύγουν σε σας, σαν σε κοινούς πατέρες. Εσείς πάλι κάνετε τα πάντα γι' αυτούς και τους παρέχετε ό,τι χρειάζονται. Ο νόμος λοιπόν υποδέχεται αυτούς, ο πιο καλός από τους δικούς σας, προσφέροντάς τους την πόλη ως πατρίδα. Και αφού περάσει ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κι αυτό γίνεται για να διατρηθεί η τάξη, κανείς δεν τους κατηγορεί για ξένους και μπορούν να συμμετέχουν ως ίσοι σε όλα τα αγαθά της πόλης και δεν κερδίζουν τίποτε λιγότερο από τους αυτόχθονες. Από την ατυχία τους, μπορεί να πει κανείς, μερικοί καταλήγουν να γίνουν ευδαίμονες, γιατί η δεύτερη εμπειρία τους είναι πολύ καλύτερη. Αυτό λοιπόν που όλη η γη είναι για όλους τους ανθρώπους, μητέρα δηλαδή και κοινή τροφός, ακριβώς αυτό συμβαίνει, και η πόλη σας όλους όσοι τη χρειάζονται τους μεταχειρίζεται σαν γνήσια παιδιά της, κανέναν δε θεωρεί νόθο, και όποιον το επιζητεί, τον κατατάσσει ανάμεσα στους γιους της.
Άρα, εάν κάποιος ακόμη και από μακριά διεκδικεί την πόλη σας ως πατρίδα, θα επικρατήσει στους δικαστές η άποψη ότι αυτός ανήκει στην πόλη. Γιατί δεν υπάρχει σε σας η διάκριση που υπάρχει στους άλλους, ο ένας πολίτης, ο άλλος ξένος, αφού όλοι σε όλα τα σημεία της οικουμένης συμβαίνει να είναι πολίτες της δικής σας πόλης και δεν υπάρχει κανένας, ακόμη και αυτός που είναι διωγμένος από παντού για τη δυστυχία του, που να μην μπορεί να προσβλέπει στη δική σας πόλη ως πατρίδα. Γιατί σε όλους κάνατε φανερό ότι δεν υπάρχει κανένας άπατρις, εφόσον υπάρχει η πόλη των Θεσσαλονικέων.


2 Αυγ 2017

Στοιχειώδης ευαισθησία

O Αρθρογράφος νιώθει χρέος του να ευχαριστήσει τους αναγνώστες του και να τους ευχηθεί καλές διακοπές, προτείνοντας το βιβλίο "Άστεγοι και κοινωνικός αποκλεισμός στην Ελλάδα της Κρίσης", από τις εκδόσεις Τόπος. Ίσως δεν είναι το ανάλαφρο ανάγνωσμα που, κατά παράδοση πλέον, συνοδεύει τη μεσημεριανή σιέστα μας, σε ατελείωτες σειρές από ξαπλώστρες πλάι στο κύμα. Έχει όμως εξαιρετικό ενδιαφέρον μιας και, όπως τονίζει η μία εκ των δύο συγγραφέων*, "δεν αναφερόμαστε στο κοινωνικό περιθώριο, αλλά σε ανθρώπους που έως χθες ήταν η μεσαία τάξη".
Ως μέρος του ευρύτερου προβλήματος της μακροχρόνιας ανεργίας, αποκαρδιωμένοι και χωρίς οικονομικούς πόρους, χωρίς την προστασία ενός στέρεου κοινωνικού ιστού και τη μέριμνα της πολιτείας, όλο και περισσότεροι συνάνθρωποί μας οδηγούνται στον κοινωνικό αποκλεισμό. Αυτό δεν συμβαίνει από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά έρχεται μετά την απώλεια της εργασίας και την αδυναμία κάλυψης έστω και βασικών αναγκών. Η καταλήστευση, μέσω του ΕΝΦΙΑ, ακόμη και ευαίσθητων κοινωνικών κατηγοριών, πιστοποιεί την παραπάνω καθοδική πορεία, όπου το τελευταίο σκαλοπάτι είναι να χάσει κανείς και το κεραμίδι πάνω από το κεφάλι του.
Δυστυχώς, όπως παραδέχονται οι συγγραφείς, δεν έχουμε επαρκή στοιχεία για τον αριθμό των αστέγων. Το κράτος μεταβίβασε βασικές αρμοδιότητές του σε φορείς όπως οι "μη κυβερνητικές οργανώσεις". Δεν υφίστανται, συν τοις άλλοις, τα μεθοδολογικά εργαλεία που απαιτούνται για μια αξιόπιστη και ουσιαστική αποτίμηση. Κατά τη γνώμη μας, δεν υφίσταται η στοιχειώδης ανθρώπινη ευαισθησία (και τσίπα!) εκ μέρους των κυβερνώντων.


*Δέσποινα Παπαδοπούλου, αναπλ. καθηγήτρια του τμ. Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο & Νίκος Κουραχάνης, μεταδιδακτορικός ερευνητής, διδάσκων Κοινωνικής Πολιτικής στην ίδια σχολή. Συνέντευξη στον Νίκο Σερβετά, Documento, 9/4/2017. 

18 Ιουν 2017

Τέλεια περιφρόνηση


Στο Documento της προηγούμενης Κυριακής, από το ρεπορτάζ του Βασίλη Αγγελόπουλου, διαβάζουμε τα εξής εκπληκτικά: "Οι νέες προσλήψεις την τελευταία τριετία σε ποσοστό άνω του 50% αφορούν είτε μερική είτε εκ περιτροπής εργασία [...] 202% αυξήθηκαν οι ατομικές συμβάσεις μέσα σε μια επταετία, 444,8% αυξήθηκαν οι νέες προσλήψεις μερικής απασχόλησης".
Χαράς ευαγγέλια, λοιπόν, για την κάθε ασύδοτη εργοδοσία, αλλά και για το κυβερνητικό δεκανίκι της: η ευέλικτη "εργασία" (βλ. απλήρωτη, ανασφάλιστη απασχόληση) και οι νέου τύπου "εργαζόμενοι" βλέπε-άκου-σώπα!, μεθοδεύονται ως η νέα αναντίρρητη πραγματικότητα. Το ευφάνταστο λεξιλόγιο του αίματος (εργατικά ατυχήματα, ομαδικές απολύσεις) και της ντροπής (τέλεια περιφρόνηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, επιδεινούμενες συνθήκες διαβίωσης), συμπληρώνεται στις πλάτες μας.


Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την αναφορά της πηγής.